Μεγάλη ομάδα γίνεσαι, δεν γενιέσαι. Η μεγαλύτερη δυναστεία που γνώρισε ποτέ το NBA δεν έφερε την υπογραφή της μοίρας, αλλά εκείνη ενός αναμορφωτή που εν τέλει στέρησε το αμερικανικό όνειρο από τον Νίκο Γκάλη. Αυτή είναι η ιστορία του Ρεντ Άουερμπαχ, ο οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα το 1917.
“Για να γίνεις πρωταθλητής, πρέπει να νιώθεις σαν πρωταθλητής, να φέρεσαι σαν πρωταθλητής, να μοιάζεις σαν πρωταθλητής”. Όχι, δεν μιλάμε για κάποιον οπλαρχηγό κάποιας εθνικής επανάστασης, ούτε έναν αυτοκρατόρα με θητεία μεγαλύτερη από την μέση επιβιώση ενός ανθρώπου. Βέβαια, αν θέλουμε να μιλήσουμε με καθαρά μπασκετικά κριτήρια, ο Ρεντ Άουερμπαχ είναι ότι πιο κοντινό σε… δυναστή μπορείς να συναντήσεις στην ιστορία του μπάσκετ.
Γιος Ρώσου μετανάστη και Αμερικανίδας με κατάστημα τροφίμων και αργότερα καθαριστήριου, ο κατά κόσμον Άρνολντ Τζέικομπ Άουερμπαχ (το προσωνύμιο προήλθε από το κόκκινο χρώμα των τριχών του) δεν υπήρξε άξιος διάδοχος της οικογενειακής παράδοσης. Αντ’ αυτού, ασχολήθηκε από νεαρή ηλικία με την προπονητική και μόλις στα 33 του χρόνια έμελλε να αλλάξει την ζωή του, όπως και την ιστορία μιας ομάδας που βρισκόταν κολλημένη στην μετριότητα.
Μετά από τρεις απογοητευτικές σεζόν, ο ιδρυτής των Σέλτικς Γουόλτερ Μπράουν, θέλησε να επαναφέρει τους Κέλτες στο μονοπάτι των επιτυχίων. Έτσι, με μια… έκρηξη αυτογνωσίας, απευθύνθηκε στους δημοσιογραφούς της εποχής για να βρει τον εκλεκτό, καθώς όπως είπε “δεν έχω ιδέα από μπάσκετ”. Εκείνοι του υπέδειξαν τον Άουερμπαχ, ο οποίος μόλις είχε αποχωρήσει από τους Μπλακχοκς λόγω προσθαφαιρέσεων στο ρόστερ χωρίς την συγκατάθεση του και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Που πρέπει να γνωρίσετε.
Ο Άουερμπαχ φρόντισε εξ αρχής να δείξει τις προθέσεις του, όταν απαρνήθηκε το αγαπημένο παιδί της Μασαχουσέτης, Μπομπ Κούζι, επιλέγοντας στο Draft αντ’ αυτού τον Τσάρλι Σερ. Όταν ρωτήθηκε δε για την επιλογή του, αποκρίθηκε «Θέλετε να κερδίσουμε ή να πάρω τους ντόπιους για να ικανοποιηθείτε;».
Σε ένα παράξενο παιχνίδι της τύχης, μια ειρωνειά με πολλούς νικητές, ο Άουερμπαχ κατέληξε να συνεργαστεί τελικά από τον πρώτο του χρόνο με τον Κούζι. Ο τελευταίος έγινε ξάφνου διαθέσιμος μετά από διαμάχη με τους Μπλάκχοκς και τη διάλυση των Σικάγο Σταγκς και ο Ρεντ δείχνοντας πως δεν είναι στενόμυαλος συναίνεσε στην απόκτηση του πλέι μέικερ που έμελλε να είναι για δέκα σερί σεζόν στην καλύτερη πεντάδα του ΝΒΑ.

Ο Άουερμπαχ φρόντισε να σοκάρει την (άκρως ρατσιστική τότε) τοπική κοινωνία, επιλέγοντας το 1950 τον Τσακ Κούπερ, πρώτο Αφροαμερικανό στην ιστορία του ντραφτ, ενώ στην μετέπειτα πορεία του έγινε ο πρώτος προπονητής που χρησιμοποίησε μόνο Αφροαμερικανούς σε μια πεντάδα!
Βεβαίως, σημαντικότερος αυτών ήρθε το 1956, όταν μετά από την μεγαλύτερη… ληστεία στην ιστορία του NBA, ο Μπιλ Ράσελ έγινε κάτοικος Βοστώνης, μαζί με τους Κέι Σι Τζόουνς και Τομ Χάινσον. Ο εκλιπόντας εδώ και μερικούς μήνες Ράσελ, πολέμησε και πολεμήθηκε όσο λίγοι, όμως έμεινε στην ιστορία ως ο παντοκράτορας από πλευράς τίτλων, κερδίζοντας 11 πρωταθλήματα ως παίκτης και προπονητής. Στην πραγματικότητα βέβαια, ο ιθύνων νους ήταν εκείνος που τον επέλεξε.

Με πρωτοποριακή για την εποχή έμφαση στην άμυνα που καθοδηγούσε το «σκιάχτρο» του Ράσελ και παίκτες με ιδιαίτερες αρετές στο ανοιχτό γήπεδο, η ομάδα της Βοστώνης δεν είχε αντίπαλο για τουλάχιστον μια επταετία. Ο κόουτς Ρεντ δεν στηριζόταν σε έναν ή δύο παίκτες, όπως συμβαίνει στις περισσότερες ομάδες διαχρονικά, αλλά στο σύνολο. «Είναι καλά τα στατιστικά, αλλά η περηφάνια μας δεν ήταν ποτέ αυτά. Το μόνο στατιστικό που μετρά είναι στο τέλος του αγώνα να έχει η δική μας ομάδα περισσότερους πόντους από τον αντίπαλο», υποστήριζε ο Άουερμπαχ, κάθε φορά που έπρεπε να εξηγήσει πως μπορεί να πετυχαίνει δίχως έναν από τους 10 καλύτερους σκόρερ του NBA στην ομάδα του.

Ο Άουερμπαχ εισήγαγε στο μπασκετικό λεξικό άγνωστες μέχρι τότε έννοιες άγνωστες, όπως ο έκτος παίκτης και ο ρολίστας. “Πολλοί ψάχνουν μια πεντάδα με τους πέντε καλύτερους παίκτες, εγώ βρήκα μια πεντάδα με τους παίκτες που συνεργάζονται καλύτερα” είπε γεμάτος υπερηφάνια, αναπολώντας τα 16 χρόνια στους πάγκους, που του απέφεραν εννέα δαχτυλίδια, ασύμμετρη αναγνώριση και λατρεία… αγίου σε ολόκλήρη την Μασαχουσέτη. Κάτι τουλάχιστον ειρωνικό, καθώς ο ίδιος, μόνο με άγιο δεν έμοιαζε…
Ακόμα κι αν δεν ήταν ο εφευρέτης, ήταν εκείνος που εφάρμοσε για πρώτη φορά το trash talking στον απόλυτο βάθμο. Συχνά-πυκνά αντάλλαζε… ευχές με παίκτες, προπονητές και διαιτητές, με αποτέλεσμα να χρεωθεί ουκ ολίγες φορές υπέρογκα πρόστιμα. Η κατά κάποιους αλαζονική συμπεριφορά του διέλυε ψυχολογικά τους αντιπάλους του, οι οποίοι πολλές φορές έτειναν να ασχολούνται περισσότερο με εκείνον, παρά με τα πεπραγμένα της ομάδας του.
Η συνήθειά του να ανάβει επιδεικτικά πούρο στον πάγκο του στα τελευταία λεπτά αγώνων που η ομάδα του είχε «καθαρίσει» προκάλεσε τότε πολλές αντιδράσεις. «Γιατί να επιτρέπουν τα τσιγάρα κι όχι τα πούρα δηλαδή;», έλεγε ο ίδιος προσθέτοντας πως «… έχω βαρεθεί τους προπονητές που οι ομάδες τους κερδίζουν με διαφορά κι αυτοί είναι όρθιοι και δίνουν συνεχώς οδηγίες για να τους δείξει η τηλεόραση. Δεν έχει κανένα νόημα αυτή η επίδειξη. Εγώ, όταν νιώθω πως ένα ματς έχει τελειώσει, κάθομαι κάτω και χαλαρώνω με ένα πούρο».

Όταν άλλοι προπονητές διαμαρτυρήθηκαν πως η συμπεριφορά του ήταν υποτιμητική για τους συναδέλφους του, ο Άουερμπαχ είχε έτοιμη την απάντηση. «Δεν είναι κίνηση αλαζονείας, αλλά χαλάρωσης. Το τσιγάρο δείχνει πίεση, το πούρο δείχνει πως το απολαμβάνεις. Κι επιπλέον, παίρνω χρήματα για να καπνίζω πούρα», έλεγε και ήταν η αλήθεια, αφού μεγάλη καπνοβιομηχανία τον πλήρωνε αδρά για να καπνίζει τα δικά της πούρα κάνοντας… γκρίζα διαφήμιση, ή απλά το πρώτο influencing στην ιστορία του αθλητισμού!
«Δείξε μου έναν καλό ηττημένο και θα σου δείξω απλώς έναν ηττημένο», ήταν το μότο ζωής του και το πάθος του για την νίκη, αξεπέραστο. Στην σειρά του HBO για την δυναστεία των Λέικερς, έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε την μυθική συνάντηση του Τζέρι Μπας με τον Άουερμπαχ, όπου μέσα σε δύο λεπτά μπορεί κάποιος να καταλάβει την πρακτική μιας ολόκληρης ζωής.
Η εικόνα του άτρωτου, του ανώτερου, του ανίκητου ήταν εκείνη που συντήρησε μέχρι τέλους τον μύθο του Άουερμπαχ. Αλήθεια, αυτός ο αμαρτωλός “θεός” έπεφτε σε παγίδες; Έκανε λάθη; Κι αν ναι, τα παραδεχόταν; Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τις ατασθαλίες του, μονάχα όσες παραδέχθηκε. Και η μοναδική που τόλμησε να αναφέρει, σε προπονητικά πλαίσια, ήταν μια. Η απόρριψη του Νίκου Γκάλη.
Όταν ο απόφοιτος του Σίτον Χολ επιλέχθηκε στον 4ο γύρο του Draft το 1979 (ναι, τότε έμοιαζε περισσότερο με λαχειοφόρο αγορά γυμνασίου), πολλοί πίστευαν πως ο ομογενής γκαρντ θα κέρδιζε μια θέση στο ρόστερ των Σέλτικς. Ένας τραυματισμός στον αστράγαλο όμως τον άφησε σχετικά πίσω και τελικά “κόπηκε” από τον Αουερμπάχ, ο οποίος αργότερα παραδέχθηκε πως αυτό ήταν το ΜΟΝΑΔΙΚΟ μεγάλο λάθος της προπονητικής του καριέρας.
Μάλιστα, αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός πως τα επόμενα χρόνια οι Κέλτες προσπάθησαν να κάνουν δικό τους τον Γκάλη, όμως ο σούπερ σταρ του Άρη επέλεξε την Εθνική ομάδα, καθώς τότε η FIBA απαγόρευε στους παίκτες του NBA να μετέχουν στις διοργανώσεις της.