Η εκτόξευση της Πόρτσμουθ με την κατάκτηση του Κυπέλλου Αγγλίας το 2008 και οι τρεις ιδιοκτήτες που την οδήγησαν στην καταστροφή μέσα σε πέντε χρόνια.
Η Πόρτσμουθ ήταν μία από τις ομάδες που βίωσε στο… πετσί της τι σημαίνει να έχεις έναν αναξιόπιστο νεόπλουτο ιδιοκτήτη, ο οποίος μπορεί να φέρει την πρόσκαιρη και άμεση επιτυχία, αλλά όχι και μία μακροχρόνια σταθερότητα. Η αγγλική ομάδα με τις επενδύσεις του Αλεξάντερ Γκάινταμακ κατέκτησε το Κύπελλο Αγγλίας και γνώρισε σημαντική δόξα μέσα στα δύο πρώτα χρόνια της διοίκησής του, φτάνοντας μάλιστα και σ’ ένα δεύτερο τελικό Κυπέλλου δύο χρόνια μετά χάρη στην δική του «κληρονομιά». Όμως, ύστερα, ήρθε η απόλυτη καταστροφή εξαιτίας της οικονομικής αδυναμίας του ανθρώπου που την έφερε στην κορυφή, αλλά και των επόμενων αναξιόπιστων μεγαλομετόχων, που πήραν την θέση του.
Κάπως έτσι κατέληξε από το κυνήγι τροπαίων, ευρωπαϊκής δόξας και καλών πλασαρισμάτων στην Premier League να αγωνίζεται στην τέταρτη τη τάξει κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου μέσα σε πέντε χρόνια.
Πάμε, λοιπόν, να δούμε πως η Πόρτσμουθ έφτασε από το ζενίθ στο ναδίρ της στα χέρια του Αλεξάντερ Γκάινταμακ, αλλά κι εκείνων που τον διαδέχθηκαν.
Η ραγδαία άνοδος με τον Γκάινταμακ, η κατάκτηση του Κυπέλλου και η αρχή της διάλυσης της μεγάλης Πόρτσμουθ

Τον Ιανουάριο του 2006 η Πόρτσμουθ πέρασε από τα χέρια του επί μία επταετία ιδιοκτήτη της, Μίλαν Μάνταριτς στον νεαρό Γαλλοϊσραηλινό επιχειρηματία Αλεξάντερ ή αλλιώς «Σάσα» Γκάινταμακ. Η αλλαγή αυτή αντιμετωπίστηκε με κάποια καχυποψία από τους φιλάθλους της αγγλικής ομάδας όχι τόσο εξαιτίας του ίδιου, αλλά του πατέρα του Αρκάντι, αφού εκκρεμούσε διεθνές ένταλμα σύλληψης εναντίον του (τελικά παραδόθηκε στις γαλλικές αρχές το 2015 και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τριών ετών) εξαιτίας παράνομου εμπορίου όπλων που είχε κάνει στην Ανγκόλα, την δεκαετία του ’90, οπότε στην χώρα υπήρχε εν εξελίξει εμφύλια σύρραξη. Ο υιός Γκάινταμακ ξεκαθάρισε πως ο πατέρας του δεν είχε σχέση με την εξαγορά της Πόρτσμουθ και πως εκείνη έγινε με δικά του κεφάλαια, αφού παρ’ ότι δεν είχε καν κλείσει ακόμα τα 30, είχε ήδη περιουσία που ξεπερνούσε τα 345 εκατ. ευρώ.
Παρ’ ότι είχε δύο μέρες στην ιδιοκτησία του την ομάδα, ολοκλήρωσε το πρώτο μεταγραφικό του «μπαμ» αποκτώντας τον Μπεντζάνι από την Οσέρ αντί 6 εκατ. ευρώ δείχνοντας τις προθέσεις του για το μέλλον της ομάδας. Μπορεί η κίνηση αυτή να μην βγήκε, αφού ο επιθετικός από την Ζιμπάμπουε σκόραρε μόλις ένα τέρμα σε 16 αγώνες, όμως η ομάδα του Χάρι Ρέντκναπ γλίτωσε τον υποβιβασμό φτάνοντας σε έξι νίκες στα τελευταία δέκα παιχνίδια της σεζόν.
Το πρώτο του μεταγραφικό καλοκαίρι (2006-2007) στην ομάδα ο Γκάινταμακ συνέχισε τις μεγάλες μεταγραφές. Στην Πόρτσμουθ ήρθαν ο Σολ Κάμπελ ως ελεύθερος από την Άρσεναλ, ο Νουανκούο Κανού ως ελεύθερος από την Γουέστ Μπρομ, ο πρώην συμπαίκτης τους στην Άρσεναλ, Λαουρέν αντί 550 χιλ. ευρώ, ο διεθνής Άγγλος κίπερ Ντέιβιντ Τζέιμς της Μάντσεστερ Σίτι και ο συμπαίκτης του εκεί Άντι Κόουλ αντί 1,7 εκατ. και 750 χιλ. ευρώ αντιστοίχως, αλλά και ο Γκλεν Τζόνσον ως δανεικός από την Τσέλσι. Η εμπειρία και η ποιότητα που προσέθεσαν αυτές οι κινήσεις βοήθησαν την ομάδα να κάνει το καλύτερο πλασάρισμά της στην Premier League από το 1995, τερματίζοντας στην 9η θέση, μόλις τέσσερις βαθμούς πίσω από τις θέσεις που οδηγούσαν στο Κύπελλο UEFA.
Η επιτυχία γλύκανε ακόμα περισσότερο τον Γκάινταμακ που συνέχισε την μεγάλη επένδυση και το καλοκαίρι της σεζόν 2007-2008 φέρνοντας στην Πόρτσμουθ τον Σουλέι Μουντάρι αντί 10,51 εκατ. ευρώ (2η ακριβότερη μεταγραφή στην ιστορία της ομάδας) από την Ουντινέζε, τον Ζερμέιν Ντεφό από την Τότεναμ αντί 9,3 εκατ. ευρώ και τον Λασανά Ντιαρά από την Άρσεναλ, που κόστισε 7 εκατ. ευρώ. Οι κινήσεις αυτές όντως ανέβασαν κι άλλο το επίπεδο της ομάδας του Ρέντκναπ κι εκείνος με την δουλειά του την οδήγησε στην 8η θέση της Premier League και την κατάκτηση του Κυπέλλου Αγγλίας το 2008. Στον τελικό επικράτησε της Κάρντιφ με 1-0 χάρη σε γκολ του Κανού ενώ στην διαδρομή της μέχρι εκεί απέκλεισε μεταξύ άλλων και την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στα προημιτελικά με νίκη με 1-0 στο «Ολντ Τράφορντ» χάρη σε εύστοχη εκτέλεση πέναλτι του Μουντάρι.
Αυτή ήταν η δεύτερη φορά στην ιστορία τους που έφτασαν στην κατάκτηση του αρχαιότερου ποδοσφαιρικού θεσμού, μετά το μακρινό 1939. Η μεγάλη επιτυχία της ομάδας εκείνη τη σεζόν την βοήθησε να φτάσει σε ρεκόρ εσόδων (81 εκατ. ευρώ), όμως και πάλι η επένδυση που είχε γίνει για να φτάσει η Πόρτσμουθ εκεί ήταν πολύ μεγαλύτερη. Ας σκεφτεί κανείς απλώς πως οι μισθοί του αγγλικού κλαμπ εκείνη τη σεζόν αντιστοιχούσαν στο 78% των εσόδων του. Μεγαλύτερο μισθολόγιο από κοίνη είχαν μόνο οι τέσσερις μεγάλοι της Premier League και η Νιουκάστλ.
Σύμφωνα με όσα γράφονταν τότε στα ΜΜΕ, ο Τζον Ουτάκα που είχε αποκτηθεί από την Ρεν αντί 10 εκατ. ευρώ είχε ετήσιες απολαβές που άγγιζαν τα 5 εκατ. ευρώ, δηλαδή ξεπερνούσαν όσα λάμβανε τότε ο Σεσκ Φάμπρεγας, που ήταν ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης της Άρσεναλ.
Όπως καταλαβαίνετε, ένα τέτοιο οικοδόμημα μπορούσε να συντηρείται μόνο εφόσον επένδυε μεγάλα ποσά ο ιδιοκτήτης της ομάδας, όπως έκανε μέχρι τότε ο Αλεξάντερ Γκάινταμακ, τουλάχιστον μέχρι αυτή να συνεχίσει τις επιτυχίες και να ανέβουν κι άλλο τα έσοδά της.
Την επόμενη σεζόν (2008-2009) η Πόρτσμουθ έκανε μεταγραφή-ρεκόρ, που κρατάει μέχρι και σήμερα για τον σύλλογο, αποκτώντας τον Πίτερ Κράουτς από την Λίβερπουλ αντί 13,7 εκατ. ευρώ. Εκείνη την περίοδο ο πατέρας του, Αρκάντι έδωσε μία συνέντευξη μέσω της οποίας προσπαθούσε να πείσει την κοινή γνώμη πως δεν αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα και σε μία προσπάθεια επίδειξης των περιουσιακών του στοιχείων ανέφερε μέσα σ’ αυτά και την Πόρτσμουθ, προκαλώντας εκ νέου προβλήματα στον γιο του. Υπήρξε ξανά διάψευση από την ομάδα. Όμως εκείνο που δεν μπορούσε να διαψεύσει αυτή ήταν τα οικονομικά προβλήματα στα οποία είχε αρχίσει να περιέρχεται. Την κατάσταση ψιλιάστηκε νωρίς ο Χάρι Ρεντκναπ, ο οποίος αποχώρησε τον Σεπτέμβριο για την Τότεναμ φέρνοντας στην Πόρτσμουθ και 6 εκατ. ευρώ.
Διαβάστε ακόμη: Visit Rwanda: Η αμφιλεγόμενη χορηγία στο μανίκι της Άρσεναλ
Ο Γκάινταμακ άρχισε να παραδέχεται τα προβλήματα ρευστότητας ρίχνοντας την ευθύνη στην οικονομική κρίση που είχε ξεσπάσει τότε και είχε πλήξει σε μεγάλο βαθμό τον τομέα των real estate που αποτελούσε την βάση των επιχειρήσεών του. Τον Δεκέμβριο γνωστοποίησε πως η ομάδα είναι προς πώληση, παρ’ ότι συνέχιζε να αρνείται την ύπαρξη οικονομικών προβλημάτων, παραδεχόμενος μόνο την ύπαρξη κάποιων δυσκολιών λόγω της κρίσης. Στην μεταγραφική περίοδο του Γενάρη ξεκίνησαν οι πρώτες πωλήσεις. Ο Λασανά Ντιαρά αποχώρησε για την Ρεάλ Μαδρίτης αντί 20 εκατ. ευρώ ενώ ο Ζερμέν Ντεφό για την Τότεναμ αντί 16,4 εκατ. ευρώ αποτελώντας την 2η και 3η ακριβότερη πώληση στην ιστορία της Πόρτσμουθ αντίστοιχα. Η αγγλική ομάδα κατόρθωσε να τερματίσει στην 14 θέση παρά τις απώλειες αυτές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Φλεβάρη του 2009 πήγε στην ομάδα και ο δικός μας Άγγελος Μπασινάς, ο οποίος παρέμεινε εκεί μέχρι και το καλοκαίρι του 2010, όταν εκείνη υποβιβάστηκε στην Τσάμπιονσιπ.
Το καλοκαίρι που ακολούθησε (σεζόν 2009-2010) η μαζική έξοδος συνεχίστηκε. Ο Γκλεν Τζόνσον έκανε την μεγαλύτερη πώληση στην ιστορία της ομάδας φέρνοντας 20,5 εκατ. ευρώ στα ταμεία του συλλόγου από την Λίβερπουλ. Οι Πίτερ Κράουτς, Γιουνές Καμπούλ και Νίκο Κράνιτσαρ τράβηξαν προς την Τότεναμ αντί 10,5 εκατ., 5,9 εκατ. και 2,8 εκατ. ευρώ αντίστοιχα ενώ ο Σιλβέν Ντιστέν πήγε στην Έβερτον για 6,5 εκατ. ευρώ. Παρά τα μεγάλα αυτά έσοδα από τις πωλήσεις, η κατάσταση δεν γύριζε πίσω. Ο Γκάινταμακ σταμάτησε εντελώς την χρηματοδότηση της ομάδας και οι παίκτες άριχσαν να μένουν απλήρωτοι.
Κάπου εκεί εμφανίστηκε ο Σουλαϊμάν Αλ Φαχίμ ως ο άνθρωπος που θα άλλαζε την πορεία της Πόρτσμουθ, που κατευθυόταν πλέον στα… βράχια και τη διοικητική εποπτεία.
Η έλευση των Αλ Φαχίμ και Αλ Φαράζ που έδωσε την χαριστική βολή στην ομάδα

Στις 21 Ιουλίου του 2009 η Πόρτσμουθ πέρασε στα χέρια του Σουλαϊμάν Αλ Φαχίμ. Πρόκειται για έναν από τους ανθρώπους που είχαν συνεισφέρει ένα χρόνο πριν να ολοκληρωθεί η εξαγορά της Μάντσεστερ Σίτι από το Adu Dhabi United Group, στο οποίο κατείχε θέση στο διοικητικό του συμβούλιο.
Για τον ίδιο δεν ήταν γνωστές πολλές πληροφορίες. Έχασε τον αδερφό και τους γονείς του σε τροχαίο δυστύχημα σε ηλικία 11 ετών κι έπειτα μετανάστευσε στις ΗΠΑ ενώ πλέον διατηρούσε το δικό του TV Show στα ΗΑΕ. Δεν άργησε δυστυχώς να φανεί πως ο Αλ Φαχίμ δεν είχε τα κεφάλαια που χρειάζονταν για να τρέξει ένα τόσο μεγάλο «μαγαζί». Προσπάθησε να πάρει ένα δάνειο, όμως ανεπιτυχώς. Οι παίκτες σύνεχιζαν να μένουν απλήρωτοι κι έτσι η Premier League παρενέβη ζητώντας του να πουλήσει την ομάδα, χωρίς καν να έχουν συμπληρωθεί 50 μέρες απ’ όταν την πήρε στα χέρια του. Κι όλα αυτά, όταν στην συνέντευξη τύπου που ακολούθησε την εξαγορά της ομάδας, είχε υποσχεθεί νέο γήπεδο και πλασάρισμα μέσα στην πρώτη οκτάδα μέσα σε μία πενταετία.
Περιττό να αναφέρουμε πως ο Αλ Φαχίμ κατέληξε στην φυλακή το 2018 για πέντε χρόνια στα ΗΑΕ, επειδή έκλεψε 5 εκατ. ευρώ από την γυναίκα του για να ολοκληρώσει την εξαγορά της Πόρτσμουθ. Μάλιστα, ήταν ένας από τους σημαντικότερους λόγους που η Premier League αυστηροποίησε την πολιτική της για την παραχώρηση άδειας πώλησης των ομάδων και που η UEFA εισήγαγε το Financial Fair Play (FFP).
Αυτή τη φορά την λύση έδωσε ο Σαουδάρας Αλί Αλ Φαράζ σώζοντας την ομάδα από το να μπει σε διοικητική εποπτεία. Ο συγκεκριμένος είχε προσπαθήσει να πάρει την ομάδα και από τον Γκάινταμακ, αφού τον είχαν πλησιάσει ο πρόεδρος της ομάδας Πίτερ Στόρι και ο γνωστός ατζέντης Πίνι Ζάχαβι, όμως ο Γαλλοϊσραηλινός επιχειρηματίας δεν τον θεώρησε έμπιστο. Ο Αλ Φαράζ απέκτησε το 90% τηξς Πόρτσμουθ αντί 19,5 εκατ. ευρώ μέσω της εταιρείας του Falcodrone Limited, η οποία πήρε δάνειο από μία άλλη εταιρεία του, την Portpin Limited για να ολοκληρωθεί το deal.
Ο άνθρωπος αυτός δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στην Αγγλία. Η πρώτη εικόνα που είχαν οι φίλαθλοι της ομάδας από κείνον ήταν μέσω μία συνέντευξης που έδωσε σε μέσο της χώρας του στο οποίο ανέφερε πως δεν ήταν δισεκατομμυριούχος, δεν ενδιαφερόταν για το ποδόσφαιρο και σκόπευε να πουλήσει την Πόρτσμουθ στους επόμενους έξι μήνες. Όπως καταλαβαίνετε, η είδηση αυτή προκάλεσε μεγάλη αναταραχή στην ομάδα, η οποία αρχικά διέψευσε πως ήταν αυτός, αν κι έπειτα το επιβεβαίωσε τελικά χαρακτηρίζοντας «ατυχή» τα σχόλια αυτά.
Με τα χρέη να αυξάνονται συνεχώς, η Falcodrone Limited σταμάτησε να μπορεί να πληρώσει τις υποχρεώσεις της κι έτσι απορροφήθηκε μαζί με όλα της τα περιουσιακά στοιχεία από την Portpin Limited, με τον Μπαλράμ Χαντράι να γίνεται πρόεδρός της.
Διαβάστε ακόμη: Γκλέιζερς: Η οικογένεια που «καταδυναστεύει» την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ
Αυτή ήταν τουλάχιστον η επίσημη εξήγηση. Ανεπίσημα κυκλοφορούσε το σενάριο πως ο Αλ Φαράζ μπορεί να μην υπήρχε καν ως πρόσωπο, αφού ποτέ κανείς δεν τον είχε δει πουθενά, πέρα από κείνο το βίντεο, μέσω του οποίου δεν μπορούσε να αποδειχθεί πως είναι εκείνος ή σε μία πιο ήπια εκδοχή του σεναρίου αυτού, να υπήρχε σαν πρόσωπο, αλλά να μην είχε ποτέ καμία σχέση με όλο αυτό που συνέβη με την Πόρτσμουθ.
Σύμφωνα, λοιπόν, μ’ αυτό το σενάριο το πρόσωπο αυτό «εφευρέθηκε» σαν ιδέα από τέσσερις άνδρες οι οποίοι προσπαθούσαν από το 2008 να πάρουν την ομάδα από τον υιό Γκάινταμακ εξαιτίας χρεών του πατέρα του, ώστε να πουλήσουν τα περιουσιακά της στοιχεία και να πάρουν όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα από εκείνα που τους χρωστούσε ο Αρκάντι. Οι άνδρες αυτοί ήταν οι Χαμράι (που ήταν και πρόεδρος της ομάδας), Κούσνερ, Γιόσεποβ και Μάγκνερ συν τον Ντανιέλ Αζούγκι (δικηγόρος που είχε καταδικαστεί για απάτη στο παρελθόν), που κάποια στιγμή «έτρεχε» τις καθημερινές υποθέσεις της ομάδας εκείνη την περίοδο (ήταν δηλωμένος σαν σύμβουλος με συμβόλαιο μικρής διάρκειας, αφού διαφορετικά, λόγω της εισβάρος του καταδικής που υπήρχε, δεν θα μπορούσε να ανήκει ούτε στο συμβούλιο ούτε να έχει κάποια άλλη θέση στην διοικητική «ραχοκοκαλιά» της ομάδας).
Κάπως έτσι θα μπορούσε να εξηγηθεί και γιατί ο Γκάινταμακ απέρριψε την προοπτική της πώλησης της ομάδας στον Αλ Φαχίμ, αφού θα μπορούσε να είχε καταλάβει το συγκεκριμένο σχέδιο.
Βεβαία όλο αυτό το πλάνο χωλαίνει στο γεγονός πως επειδή η ομάδα είχε φτάσει εκεί που είχε φτάσει, όλα τα έσοδά της, έφευγαν κατευθείαν αφότου έφταναν στα ταμεία του συλλόγου και πήγαιναν κατά πρώτον στα διάφορα χρέη της ομάδας προς άλλες ομάδες, ποδοσφαιριστές κλπ. και κατά δεύτερον στις τράπεζες, όπου χρωστούσαν από τα δάνεια που είχε πάρει.
Παρ’ όλη την χαώδη αυτή κατάσταση που περιγράφουμε και το αποδεκατισμένο ρόστερ, η Πόρτσμουθ μπόρεσε να φτάσει ξανά στον τελικό του Κυπέλλου, παρ’ ότι στο πρωτάθλημα τερμάτισε τελευταία και υποβιβάστηκε. Η ομάδα του Άβρααμ Γκραντ δεν μπόρεσε να κατακτήσει ξανά το τρόπαιο, αφού ηττήθηκε από την Τσέλσι με 1-0 χάρη σε γκολ του Ντιντιέ Ντρογκμπά. Αυτή αποτέλεσε την τελευταία στιγμή δόξας που έζησε η αγγλική ομάδα από τον υποβιβασμός της κι έπειτα.
Η πτώση στην Τσάμπιονσιπ έφερε και την αποχώρηση του μεγαλύτερου μέρους του ρόστερ, όμως παρά τις σαρωτικές αλλαγές και τα πενιχρά μέσα, ο Στιβ Κόουτεριλ μπόρεσε να διατηρήσει την ομάδα στην Τσάμπιονσιπ την σεζόν 2010-2011.
Την επόμενη χρονιά (2011-2012) αυτή πέρασε στα χέρια του Ρώσου τραπεζίτη Αντόνοβ, όμως με το που ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση των μετοχών ξεκίνησε έρευνα εναντίον του για οικονομικό έγκλημα και εκδόθηκε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, επειδή είχε καταφέρει να κατακλέψει τα περιουσιακά στοιχεία μίας λιθουανικής τράπεζας. Η έκδοση του εντάλαματος πάγωσε τα περιουσιακά του στοιχεία με αποτέλεσμα να μην μπορεί να χρηματοδοτήσει την ομάδα κι έτσι άλλη μία προσπάθεια σωτηρίας της να αποτύχει.
Το κλαμπ έπεσε στην τρίτη κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου, τέθηκε υπό διοκητική εποπτεία ξανά, με τα χρέη του πλέον να φτάνουν τα 67 εκατ. ευρώ. Συνέπεια των παραπάνω ήταν να μπει στη νέα σεζόν με αφαίρεση δέκα βαθμών και να υποβιβασθεί τελικά στην τέταρτη κατηγορία (2012-2013), την τελευταία επαγγελματική στην πυραμίδα του αγγλικού ποδοσφαίρου.
Η επόμενη μέρα με τους φιλάθλους και τον Μάικλ Άισνερ

Στο φινάλε της σεζόν που η ομάδα έπεσε στην τέταρτη κατηγορία, ένα trust οπαδών της κατόρθωσε να την εξαγοράσει και να την βγάλει από την διοικητική εποπτεία. Μπορεί να μην είχαν χρήματα να βάλουν, όμως επανέφεραν την ομάδα σε μία κανονικότητα και το πιο βασικό… νοιάζονταν για κείνη. Κατάφεραν να την σταθεροποιήσουν για τρεις χρονιές στην τέταρτη κατηγορία και την σεζόν 2016-2017 να την οδηγήσουν στην κατάκτηση του πρωταθλήματος και στην άνοδο στην League One.
Το καλοκαίρι που ακολούθησε οι οπαδοί κλήθηκαν να πάρουν μία πολύ δύσκολη απόφαση και να επιτρέψουν σ’ έναν επενδυτή να μπει στην ομάδα. Η δυσπιστία τους μέ όλα όσα είχαν συμβεί στο παρελθόν ήταν τεράστια. Όμως, από την μία ήξεραν πως οι τσέπες δεν θα άντεχαν να την πάνε παραπάνω και από την άλλη, ο πρώην CEO της Disney, Μάικλ Άισνερ ήταν μία γνωστή φιγούρα με δεδομένη οικονομική επιφάνεια, όπως αποδείχθηκε από την ενδελεχή έρευνα που έκαναν τόσο οι ίδιοι όσο και οι αρχές της League One για να δώσουν το οκ.
Διαβάστε ακόμη: Ανζί Μαχατσκαλά: Μια ιστορία ρωσικής παντοδυναμίας που κατέληξε σε τραγωδία
Το deal άγγιξε τα 7 εκατ. με τον ίδιο να δεσμεύεται να επενδύσει ακόμη 11,5 εκατ. ευρώ στην ομάδα. Μάλιστα, ο ίδιος όχι μόνο έκανε την επένδυση αυτή, αλλά βοήθησε την ομάδα να αποκτήσει και για πρώτη φορά στην ιστορία της δικό της προπονητικό κέντρο, η εξαγορά του οποίου ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 2021.
Σήμερα, η Πόρτσμουθ βρίσκεται για έκτη σερί σεζόν στην κατοχή του Άισνερ, αλλά και στην τρίτη κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου. Μπορεί η πρόοδος να μην έχει έρθει τόσο γρήγορα όσο στο παρελθόν και να αργεί, όμως η ασφάλεια την οποία νιώθουν οι οπαδοί με τον Άισνερ δεν θα την άλλαζαν με κανέναν επιχειρηματία… πυροτέχνημα μετά απ’ όλα αυτά που συνέβησαν στην αγαπημένη τους ομάδα στο πρόσφατο παρελθόν και τα οποία την έφεραν κοντά στον αφανισμό.
Πηγές: Wikipedia, HITC Sevens, Transfermarkt