Ο Παναθηναϊκός γνώρισε έναν ιστορικό διασυρμό στο Βελιγράδι από τον Ερυθρό Αστέρα και η δύναμη των αριθμών είναι εδώ για να μας εξηγήσει πως και γιατί τα έξι αστέρια στην φανέλα γεμίζουν με σκουριά.
Κανείς δεν έπρεπε, ή δεν θα έπρεπε να συμπεράνει τα αυτονόητα ύστερα από μια βαριά ήττα, ή ακόμα χειρότερα μια ατιμωτική εμφάνιση. Ο φετινός Παναθηναϊκός ούτε είναι, ούτε θα καταφέρει αναίμακτα να γίνει ομάδα επιπέδου Ευρωλίγκα, τουλάχιστον όσον αφορά την φετινή σεζόν, ακόμα κι αν υπάρχουν ατομικές εξαιρέσεις. Τα ποιοτικά ελλείμματα υπερβαίνουν τις δυνατότητες του τεχνικού επιτελείου και το υπάρχον υλικό δείχνει να στερείται εκτός των άλλων και ηθικής ετοιμότητας.
Παρόλα αυτά, εικόνες όπως εκείνη της Πέμπτης κάθε άλλο παρά βοηθούν τον κόσμο της ομάδας να εναρμονιστεί με τη νέα και όπως φαίνεται, απαράλλαχτη πραγματικότητα. Η χειρότερη σε εύρος ήττα στην 20ετη πορεία του Παναθηναϊκού στην Ευρωλίγκα δεν ήρθε από κάποιο μεγαθήριο, αλλά από μια ομάδα που θεωρεί υπέρβαση την είσοδο στην δεκάδα. Ο Ερυθρός Αστέρας κυριάρχησε από το δεύτερο μέχρι και το τελευταίο λεπτό και προκάλεσε πολλαπλά χτυπήματα στο ήδη πληγωμένο “θηρίο”, που δείχνει να μικραίνει μέρα με την μέρα.
Ωστόσο, οι φιλοσοφικές προέκτασεις της συντριβής αναλύθηκαν και θα αναλυθούν εκτενώς στο μέλλον. Εδώ δεν θα θεωρήσουμε, απλά θα αναγνώσουμε την πραγματικότητα των αριθμών, τόσο για το παιχνίδι κόντρα στους Σέρβους, όσο και για το γενικότερα απογοητευτικό ξεκίνημα του Τριφυλλιού. Επειδή όμως οι αριθμοί δεν είναι καθολικοί, παρά μοναχά μας βοηθούν να βγάζουμε συμπεράσματα, θα φροντίσουμε στο τέλος να καταρρίψουμε και έναν μύθο για τα φετινά πεπραγμένα των πρασινών.
Ο Παναθηναϊκός δεν ξέρει ούτε τι θέλει, ούτε τι μπορεί στην επίθεση

Έχουμε συνηθίσει ανά τα χρόνια ομάδες, ακόμα και του κορυφαίου επιπέδου, να δυσκολεύονται σε καταστάσεις set επιθέσεων, ιδίως όταν οι πρωτογενείς δημιουργοί τους δεν βρίσκονται στο καλύτερο βράδυ τους. Αυτό που δύσκολα συναντάει κάποιος, είναι μια ομάδα που να είναι το ίδιο κακή σε set, χωρίς παράλληλα να επενδύει σε εκείνο του αιφνιδιασμού!
Ο Παναθηναϊκός μπορεί να μην είναι η χειρότερη ομάδα σε κλεψίματα ανά 100 κατοχές (τέταρτος χειρότερος, πίσω από Μπασκόνια, Ζάλγκιρις και Ζενίτ), όμως μοιράζεται την τελευταία θέση στις ασίστ μαζί με την Βιλερμπάν. Μάλιστα, αν συνυπολογίσουμε αυτά τα δύο, βλέπουμε ότι ο Παναθηναϊκός είναι μακράν η χειρότερη ομάδα της Ευρωλίγκα. Δεν κυκλοφορεί σωστά την μπάλα, ούτε έχει την δυνατότητα να βρει εύκολους πόντους σε ανοιχτό γήπεδο. Καταστροφή.

Πως θέλεις κατοχές χωρίς να τις κερδίζεις πρώτα;

Πέρσι, ένας από τους βασικούς άξονες συζήτησης ήταν ο παρτενέρ που δεν είχε ο Γιώργος Παπαγιάννης. Φέτος, η έλευση του Φλόιντ αλλά και η υπάρξη Οκάρο Ουάιτ και Έβανς στους φόργουορντ μπορεί να δημιουργήσε την ψευδαίσθηση της πληρότητας. Ωστόσο, όπως φαίνεται και στην πράξη, το κενό του Ντίνου Μήτογλου δεν καλύπτεται με ημίμετρα.
Όσον αφορά όμως το παρόν, είναι γεγονός πως η απόδοση του Γιώργου Παπαγιάννη δεν είναι η αναμενόμενη. Το τελευταίο παράδειγμα παρά ήταν περίτρανο, καθώς κόντρα σε μια ομάδα που επιστράτευσε κατά κόρον ψηλούς φόργουορντ απέναντι του, ο Big-Papa ολοκλήρωσε την αναμέτρηση δίχως να πάρει ΟΥΤΕ ΕΝΑ ριμπάουντ! 0. Μηδέν. Ντόμπριτς (38-14) και Μίτροβιτς (34-10) τον διέλυσαν στα μεταξύ τους matchups, ενώ ήταν ο αδυναμός κρίκος και στο κομμάτι των χειρότερων διδύμων, καθώς όσο βρισκόταν στο παρκέ μαζί με τον Παπαπέτρου το +/- βρισκόταν στο -23 (20-43)! Οι εκάστοτε εντυπωσιακές φάσεις από την άλλη, δεν αναιρούν το γεγονός πως ο Έλληνας σέντερ ηγείται της χειρότερης (ΜΑΚΡΑΝ) ομάδας της Ευρωλίγκα στα ριμπάουντ, όχι ανά 100 κατοχές, αλλά ανά 100 ριμπάουντ του αντιπάλου!


Όπως βλέπουμε παραπάνω, ο Παναθηναϊκός υστερεί όσο καμία άλλη ομάδα σε αυτό τον τομέα, όπως και στον αντίστοιχο των επιθετικών ριμπαόυντ, όπου βρίσκεται στην πρότελευταια θέση μπροστά από την Μακάμπι, η οποία όμως έχει την πρωτιά στα αμυντικά ριμπάουντ, με αποτελέσμα να βρίσκει μια ικανοποιητική ισορροπία.
Ο Φέρελ δεν μπορεί να λύσει την εξίσωση

Ο άλλοτε NBAer ούτε είναι, ούτε δείχνει ικανός να γίνει ο γητευτής του… χάους. Κανείς δεν αξίζει να κρίνεται με πρώιμα στοιχεία, όμως τα μέχρι τώρα δείγματα δύσκολα διαψεύδονται. Κόντρα στον Ερυθρό Αστέρα, ο Αμερικανός πρόλαβε να υποπέσει σε τρία λάθη μέσα σε λιγότερο από έξι λεπτά συμμετοχής!
Σε τέσσερα ματς, μετράει μόλις πέντε πόντους με 2/11 σουτ, ενώ στο κομμάτι της δημιουργίας μοιράζει 1.125 ασίστ ανά λάθος (9 ασίστ για 8 λάθη)! Ο Φέρελ δεν είναι ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος εξ Αμερικής ορμώμενος που αδυνατεί να προσαρμοστεί στα ευρωπαϊκά δεδομένα. Ειδικά όταν, ταυτόχρονα με εκείνον, τόσο ο Ο.Τζ. Μέιγιο, όσο και ο Κένεθ Φαρίντ παρουσιάζουν τα ίδια ακριβώς προβλήματα.
Εκεί όπου η ευθύνη φεύγει από τα χέρια του Αμερικανού, είναι στην συνθηκή κάτω από την οποία εκείνος αγωνίζεται. Ο Φέρελ αντιμετωπίστηκε ως ο σωτήρας που θα λύσει τα χέρια Πρίφτη και Πέρι. Ο Παναθηναϊκός δεν θα έπρεπε να περιμένει γη και ύδωρ από ένα παίκτη που πρώτη φορά βρίσκει τον εαυτό του εντός της Γηραιάς Ηπείρου. Το γιατί αυτό συνεβή, πρέπει να ερευνηθεί εντός των τοιχών του ΟΑΚΑ.
Καμία ποιοτική διαφορά δεν δικαιολογεί την αδιαφορία

Μύθο υποσχεθήκαμε, μύθο παραδίδουμε. Από το βράδυ της Πέμπτης λοιπόν, έχει γίνει κοινώς αποδεκτό στους κύκλους τους φίλους της ομάδας και όχι μόνο, πως το ταβάνι της ομάδας παραείναι χαμηλό για να διεκδικήσει το οτιδήποτε σε αυτή την διοργάνωση. Όπως άλλωστε και εμείς προείπαμε, ο Παναθηναϊκός αγωνίζεται αυτή την στιγμή σε ένα επίπεδο ανώτερο των δυνατοτήτων του, όσο σκληρό κι αν ακούγεται. Είναι η χειρότερη ομάδα της διοργάνωσης μετά την κωμικοτραγική φέτος Ζάλγκιρις, δεν μπορεί να κοιτάξει στα μάτια τους αντιπάλους της μακρία από το σπίτι της και αδυνατεί να πέσει μαχόμενη όταν η κατάσταση ξεφεύγει του ελέγχου της.
Υπάρχουν όμως και πράγματα που δεν έλεγχονται αποκλειστικά από την ποιοτητά ή την προετοιμασία. Ο Παναθηναϊκός αγωνίστηκε κόντρα σε μια ομάδα που έχει μονάχα έναν δημιουργό (Ουόλτερς) και… κατόρθωσε, διότι περί κατορθώματος πρόκειται, να δεχτεί τους πρώτους 12 πόντους του αγώνα από τα χέρια του (10 δικοί του και 2 από ασίστ)! Αδυνατώ να πιστέψω πως ο Δημήτρης Πρίφτης δεν προετοίμασε την ομάδα του, οπότε οφείλω να παραθέσω ουκ ολίγα ερωτηματικά για την πνευματική ετοιμότητα των παικτών του.
Άλλωστε, ο Παναθηναϊκός είχε χάσει με 28 πόντους διαφορά από την ίδια ομάδα μόλις πριν από δύο μήνες σε φιλικό τουρνούα. Μια λογική φωνή θα υποστήριζε πως την Πέμπτη θα ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία για… ρεβάνς. Αποτέλεσμα; Season-low σε πόντους (48) και ριμπάουντ (23) μαζί με season-high σε λάθη (20)! Δεύτερη χειρότερη επιθετική συγκομιδή στην ιστορία του στην Ευρωλίγκα, μετά τους 44 πόντους κόντρα στην ΤΣΣΚΑ στα Playoffs του 2014 και πρώτη φορά που ηττάται με διαφορά 33 πόντων στα Κύπελλα Ευρώπης από το 1982!
Μάλιστα, όπως βλέπουμε στην λίστα του πάντα έγκριτου Γιάννη Ψαράκη, η συντριβή του Βελιγραδίου αποτελεί ένα ξεχωριστό κομμάτι σε αυτή την μαύρη κουκκίδα της ιστορίας. Αυτό γιατί ο Παναθηναϊκός δεν δέχτηκε ούτε 119, ούτε 113, ούτε 102 πόντους. Δέχθηκε “μόλις” 81. Παρόλα αυτά, κάταφερε να σπείρει τον αποτροπιασμό στο κοινό του. Όχι, αυτό δεν είναι θέμα ποιότητας, μοναχά εγωισμού.