Ο ΟΦΗ δίνει το παράδειγμα για το πως χτίζεται και λειτουργεί μία υγιής ποδοσφαιρική ομάδα στην Ελλάδα ακολουθώντας πάντα το πλάνο ακόμη κι όταν τα αποτελέσματα δεν είναι τα αναμενόμενα.
Το πρότζεκτ του ΟΦΗ της τελευταίας τετραετίας, δηλαδή από την έλευση του Μιχάλη Μπούση και των Σαμαράδων είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα που έχει γνωρίσει το ελληνικό ποδόσφαιρο και σίγουρα, αν όχι το πιο ποδοσφαιρικό, ένα από τα πιο ποδοσφαιρικά που έχουν πάρει σάρκα και οστά στην χώρα μας. Ένα πραγματικό case study για το αν σ’ αυτό το ρημάδι το ελληνικό ποδόσφαιρο μπορούν οι ομάδες να λειτουργήσουν με τα πρότυπα των οργανωμένων κλαμπ του εξωτερικού και να πετύχουν μένοντας ανεπηρέαστες από τα κακώς κείμενα του ποδοσφαίρου μας.
Οι Κρητικοί ξεκίνησαν την σεζόν 2018-2019 το νέο αυτό εγχείρημα και από τότε συνεχίζουν απερίσπαστοι έχοντας γερά θεμέλια στο οικοδόμημά τους και ακόρεστη όρεξη για δουλειά για να κάνουν όλο αυτό το πράγμα που έχουν στήσει να λειτουργήσει και να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Κι όταν εκείνα ακόμα δεν έρχονται, το πρότζεκτ αυτό να είναι αρκετά ισχυρό, ώστε να αντέξει τους κραδασμούς που θα προκληθούν και να παραμείνει αναλλοίωτο.
Ποιοι είναι όμως εκείνοι που ανέλαβαν να φέρους εις πέρας ένα τόσο δύσκολο για τα ελληνικά δεδομένα πρότζεκτ;
Ο ιδιοκτήτης Μπούσης και οι ποδοσφαιράνθρωποι της διοίκησης

Συνήθως όταν έρχεται ένας νέος ιδιοκτήτης σε μία ομάδα, είναι εκείνος που φέρνει τα δικά του μεγαλεπήβολα σχέδια με βάση τα οποία οργανώνεται και λειτουργεί το κλαμπ, που προσαρμόζεται όπως είναι φυσικό στα δικά του θέλω. Στην περίπτωση του ΟΦΗ τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Ήταν η ομάδα που πήγε και βρήκε τον νέο ιδιοκτήτη. Όχι αυτή καθ’ αυτή, αλλά ένα παλιό μέλος της, που αν και ήταν μακριά της, πονούσε να την βλέπει να μαστίζεται από τα οικονομικά προβλήματα. Ο λόγος για τον Γιάννη Σαμαρά, ο οποίος μαζί με τον γιο του, Γιώργο ήταν εκείνοι που έκαναν τα ταξίδια στις ΗΠΑ και παρουσίασαν το ποδοσφαιρικό τους πλάνο στον Μιχάλη Μπούση πείθοντάς τον να πει το «Ναι» και να αναλάβει τον Οκτώβριο του 2018 τις τύχες της κρητικής ομάδας.
Αυτός ήταν που έφερε την οικονομική ασφάλεια και σταθερότητα την οποία χρειαζόταν το πλάνο των Σαμαράδων για να τεθεί σε εφαρμογή. Του άρεσε το όραμά τους, πίστεψε σ’ εκείνους και θέλησε να κάνουν παρέα κάτι πρωτότυπο για τα ελληνικά δεδομένα.
Έτσι, λοιπόν, ξεκίνησαν με τον Διευθυντή Ποδοσφαίρου, Γιάννη Σαμαρά να αναλαμβάνει μαζί με τον Ηλία Πουρσανίδη τα διοικητικά θέματα (ο δεύτερος είναι και Γ’ Αντιπρόεδρος, αλλά και Γενικός Διευθυντής) αποκτώντας στο φινάλε της περσινής σεζόν άλλον έναν «συμπαίκτη» στον συγκεκριμένο τομέα, τον τεχνοκράτη και άριστο γνώστη της ελληνικής ποδοσφαιρικής πραγματικότητας, Μηνά Λυσάνδρου (Α’ Αντιπρόεδρος και Διευθύνοντας Σύμβουλος).
Τα μεταγραφικά θέματα χειρίζεται ο Γιώργος Σαμαράς λόγω των γνωριμιών που έχει αναπτύξει στο εξωτερικό από την καριέρα που έκανε εκεί (Β’ Αντιπρόεδρος και Εκτελεστικός Διευθυντής της ομάδας) όντας πάντα σε συνεννόηση με τον προπονητή Νίκο Νιόπλια, αλλά και τον Γιάννη Σαμαρά, που παίρνει τις τελικές αποφάσεις.
Διαβάστε ακόμη: Μίλαν Ράσταβατς: Το trust the process του Αστέρα Τρίπολης με τον Σέρβο τεχνικό
Συντονιστής των τμημάτων υποδομής, που αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα σημεία του όλου πρότζεκτ είναι ο Σάββας Κωφίδης ενώ στο τμήμα Scouting υπάρχουν οι Δημήτρης Μάρκος και Αλέξης Αλεξούδης.
Όπως μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει, έχει δημιουργηθεί ένα πολύ ικανό «ποδοσφαιρικό» ρόστερ για την διοίκηση του πρότζεκτ αυτού, το οποίο με την οικονομική δυνατότητα και την ζέση του Μιχάλη Μπούση, αλλά και την προσθήκη κάποιων ικανών στελεγχών, όπως ο Λυσάνδρου, μπορεί να οδηγήσει το εγχείρημα αυτό στον… προορισμό του.
Η κομβική αλλαγή του Νιόπλια από συντονιστή ποδοσφαίρου σε πρώτο προπονητή

Όταν είχε πρωτοξεκίνησει η όλη προσπάθεια είχε επιλεχθεί ο Γιώργος Σίμος για να κάτσει στον πάγκο της ομάδας και ο Νίκος Νιόπλιας ήταν δίπλα του σε ρόλο συντονιστή ποδοσφαίρου. Ο 44χρονος πλέον Έλληνας τεχνικός πήρε την ομάδα που είχε την προηγούμενη σεζόν σωθεί στα μπαράζ με την απευθείας εκτέλεση φάουλ του Ναμπί στο 90+6′ απέναντι στον Πλατανιά (ίσως από τα πλέον ιστορικά γκολ του συλλόγου) και την έφερε στην 5η θέση της κανονικής διάρκειας και στην 6η των πλέι-οφς. Όμως, η απογοητευτική σεζόν που ακολούθησε (2020-2021) κι έφερε τον ΟΦΗ προτελευταίο στην κανονική διάρκεια, οδήγησε τις δύο πλευρές να χωρίσουν τους δρόμους τους και τον Νίκο Νιόπλια στην επιστροφή του στους πάγκους, με τον «Όμιλο» να τερματίζει 12ος στα πλέι άουτ.
Το καλοκαίρι ο Έλληνας προπονητής έχτισε εκείνος την ομάδα μένοντας πάντα πιστός στις βασικές κατευθύνσεις που πηγάζουν από το πρότζεκτ και μπολιάζοντας μέσα σ’ αυτές και δικές του «μεταρρυθμίσεις». Μπορεί φέτος τελικά να μην κατόρθωσε να μπει στα πλέι οφς, όπως ήθελε, παρά το καλό ποδόσφαιρο που παρουσίασε στο μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς και την υγεία που έβγαζε το κλαμπ, όμως το σημαντικό είναι πως επανήλθε άμεσα στα υψηλά στρώματα της βαθμολογίας. Άλλωστε, μην ξεχνάμε πως η ομάδα τερμάτισε 6η στο τέλος της κανονικής διάρκειας μπαίνοντας ουσιαστικά στα πλέι οφς, όμως οι πέντε βαθμοί που τελικά επιστράφηκαν στον ΠΑΣ μετά τη λήξη της, οδήγησαν τον ΟΦΗ εκτός σε… νεκρό χρόνο που λέμε και στο μπάσκετ.
Διαβάστε ακόμη: Ο Ματίας Μπιάρσμιρ στο IntheZone.gr: «O Παναθηναϊκός πρέπει να είναι μια από τις κορυφαίες ομάδες, όπως ήταν όταν ήμουν εγώ»
Χαρακτηριστικό της προσωπικότητας, του ήθους και του τρόπου σκέψης του Νίκου Νιόπλια για το ποδόσφαιρο ήταν οι δηλώσεις του μετά τη λήξη του τελυταίου αγώνα της κανονικής διάρκρειας με τον Απόλλων Σμύρνης, όπου ο ΟΦΗ νίκησε και πήρε την έκτη θέση μπαίνοντας μέχρι εκείνη την ώρα στα πλέι οφς. Ο Έλληνας προπονητής των Κρητικών στο Flash Interview που γίνεται δευτερόλεπτα μετά την λήξη και με τα αίματα ακόμα να βράζουν από την χαρά της επίτευξης του στόχου είπε το εξής:
«Δεν θα μπαίναμε στην εξάδα αν δεν υπήρχε η τιμωρία του ΠΑΣ Γιάννινα. Είναι στενάχωρο για τα παιδιά και τον προπονητή των Ιωαννίνων. Είναι άδικο στους αγωνιστικούς χώρους να παίρνεις αυτούς τους βαθμούς. Και λέω άδικο γιατί ήρθε ένα παιδί από τη Γερμανία σε μια δύσκολη χρονιά για τα Γιάννινα. Με δυο συνεχόμενες καλές χρονιές. Ξέρουμε ότι ομάδες της επαρχίας δύσκολα επαναλαμβάνουν και τρίτη καλή χρονιά. Αυτός το πήγε ακόμα καλύτερα. Είναι άξια συγχαρητηρίων τα παιδιά του ΠΑΣ. Δεν ξέρω τι θα γίνει δικαστικά, αλλά στο γήπεδο ήταν αξιόλογη ομάδα».
Και δεν ήταν μόνο αυτή η φορά που με τις δηλώσεις άγγιξε την καρδιά των φίλων του ποδοσφαίρου, αφού τόσο εκείνος όσο και ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς του Παναθηναϊκού ήταν από τους προπονητές που χαιρόσουν να ακούς μετά τη λήξη των αγώνων, αφού έλεγαν και λένε τα πράγματα όπως έχουν συμβεί και όχι όπως τους βολεύει.
Ο ορθολογισμός καταρτισμός του ρόστερ του ΟΦΗ με τον νεανικό ελληνικό κορμό και τις ποιοτικές προσθήκες ξένων παικτών

Κοιτώντας κανείς το ρόστερ του ΟΦΗ θα παρατηρήσει πως υπάρχουν αρκετοί Έλληνες παίκτες, 16 τον αρθιμό, οι οποίοι έχουν ρόλο στην ομάδα και δεν είναι απλά για να συμπληρώνουν το ρόστερ. Από τον σταρ της ομάδας και δανεικό από τον ΠΑΟΚ, Λάζαρο Λάμπρου και τον ποιοτικό Κοσμά Τσιλιανίδη μέχρι και τους φερέλπιδες Μανδά και Διαμαντή μπορούν όλοι ανά πάσα στιγμή να αγωνιστούν στην ομάδα.
Αυτός ο ελληνικός κορμός είναι και νεαρός σε ηλικία, αφού ο μέσος όρος του φτάνει μόλις τα 25,6 έτη ενώ όλοι οι παίκτες, πέραν του Λάμπρου, που έχει βέβαια οψιόν αγοράς, ανήκουν στην ομάδα. Και σ’ αυτούς δεν συμπεριλαμβάνουμε και τους Γρίβα (21 ετών), Γκαργκαλατζίδη (21 ετών), Νοικοκυράκη (20 ετών) και Σμπώκο (19 ετών) που έχουν δοθεί δανεικοί.
Ταυτόχρονα γύρω απ’ αυτό το μείγμα των έμπειρων και ταλαντούχων Ελλήνων παικτών έχουν αποκτηθεί ποιοτικοί ξένοι που ανεβάζουν το επίπεδο της ομάδας. Ο Χουάν Νέιρα, ο Τζόναθαν ντε Γκουζμάν, ο Γιον Τοράλ, ο Λουκ Καστάνιος και ο Μιγκέλ Μεγιάδο είναι μερικοί απ’ αυτούς που ήρθαν και άλλαξαν την εικόνα του ΟΦΗ. Θυμίζουμε πως πρόσφατα πουλήθηκε ο Φελίπε Γκαγιέγος, που αποφάσισε να φύγει λόγω προσωπικών θεμάτων και να γυρίσει στην πατρίδα του την Χιλή.
Βασικός άξονας στο πλάνο του ΟΦΗ είναι η ομάδα γίνει σιγά σιγά ένα selling club, αφού οι πωλήσεις είναι από τους κύριους τρόπους με τους οποίους οι ομάδες γίνονται αυτάρκεις και δεν τα περιμένουν όλα από την τσέπη του ιδιοκτήτη τους. Φυσικά αυτό δεν φτάνει από μόνο του, αλλά μετά υπάρχουν και τα τηλεοπτικά δικαιώματα, τα έσοδα από την μέρα του αγώνα και οι χορηγίες που συμπληρώνουν το παζλ.
Ο «Όμιλος» έχει κάνει ήδη τα πρώτα του βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση, αφού πέρυσι πούλησε τον Ζοάο Φιγκεϊρέδο στην Αλ-Γουάσλ αντί 1 εκ. ευρώ (3η ακριβότερη πώληση στην ιστορία του σύμφωνα με το Transfermarkt) και φέτος τους Φάμπιο Στάρτζεον στην Ράκοβ και Φελίπε Γκαγιέγος στην Ουνιβερσιδάδ ντε Τσίλε αντί περίπου 500 χιλ. ευρώ τον καθένα. Σίγουρα τα ποσά δεν είναι τεράστια, όμως από κάπου πρέπει να ξεκινήσει για να φτάσει αργότερα σε μεγαλύτερα ποσά.
Ο τρόπος που κινούνται οι Κρητικοί στο μεταγραφικό παζάρι είναι υποδειγματικός. Τον χειμώνα έκλεισαν τους Μανδά και Μπουζούκη από Ατρόμητο και Παναθηναϊκό με ελάχιστα χρήματα, δύο παίκτες που έχουν σημαντικό potential για να βελτιωθούν και να βοηθήσουν αγωνιστικά, αλλά πάνω απ’ όλα που μπορούν να αποκτήσουν ισχυρή μεταπωλητική αξία, ενώ παράλληλα είναι και Έλληνες. Αυτό δείχνει πως οι Κρητικοί στοχεύουν σε νεαρούς Έλληνες παίκτες με ταλέντο, πέραν των όσων προσμένουν να βγάλουν από τις ακαδημίες του, για να συνεχίσουν να τροφοδοτούν τον κορμό τους και να χρειάζονται όσο το δυνατόν λιγότερα «συμπληρώματα» από το εξωτερικό.
Δουλειά από τους ανθρώπους του ΟΦΗ γίνεται και για τις εγκαταστάσεις της ομάδας

Από τα πρώτα πράγματα που κοίταξε ο Μιχάλης Μπούσης όταν ανέλαβε την ομάδα ήταν οι υποδομές της, δηλαδή το γήπεδο και τις προπονητικές της εγκαταστάσεις. Ο ισχυρός άνδρας των Κρητικών τον Μάρτιο του 2019 εξασφάλισε τη χρήση του «Γεντί Κουλέ» ως έδρα της ομάδας για τα επόμενα 10 χρόνια, αλλά και του Βαρδινογιάννειου Αθλητικού κέντρου (προπονητικές εγκαταστάσεις) για τα επόμενα 99 χρόνια αντίστοιχα. Άλλωστε ομάδα που θέλει να λειτουργεί με σύγχρονα ποδοσφαιριστικά πρότυπα δεν νοείται να μην φροντίζει να βελτιώνονται μόνιμα οι υποδομές της, αφού αυτές αποτελούν σημαντικά θεμέλια για την ίδια είτε όσον αφορά το οικονομικό κομμάτι (έσοδα) είτε το λειτουργικό (να έχει ένα συγκεκριμένο μέρος που θα παίζει και θα προπονείται, αλλά τις καλύτερες παροχές για τις ακαδημίες της).
Με την εξασφάλιση της χρήσης των δύο αυτών εγκαταστάσεων για μεγάλο χρονικό διάστημα στον ΟΦΗ, οι ιθύνοντες της ομάδας απέκτησαν την δυνατότητα να σχεδιάσουν τις παρεμβάσεις που ήθελαν να κάνουν.
Η αρχή έγινε από το αθλητικό κέντρο της ομάδας όπου έγιναν διάφορες εργασίες, όπως η ανακατασκευή τριών εκ των γηπέδων, ενώ θα δημιουργηθεί κι ένα νέο κτήριο για τις ανάγκες της πρώτης ομάδας και των ακαδημιών. Το Βαρδινογιάννειο Αθλητικό Κέντρο που βρίσκεται στο Γαζί του Δήμου Μαλεβιζίου στο Ηράκλειο καταλαμβάνει συνολικά έκταση 50.000 τμ. Διαθέται 4 γήπεδα ποδοσφαίρου και κτηριακές εγκαταστάσεις που περιλαμβάνουν αποδυτήρια, γυμναστήριο κι ένα σύγχρονο φυσικοθεραπευτικό – εργομετρικό κέντρο.
Εργασίες έλαβαν χώρα και στο «Γεντί Κουλέ» με την εγκατάσταση νέου υβριδικού χλοοτάπητα και νέου συστήματος φωτισμού. Ωστόσο, ο μεγάλος στόχος όσον αφορά το γήπεδο για τους ανθρώπους της κρητικής ομάδας δεν είναι τόσο η αναβάθμιση της τωρινής έδρας, αλλά η κατασκευή ενός νέου γηπέδου.
Αυτό φυσικά είναι ένα πολύ σύνθετο ζήτημα, αφού για να γίνει αυτό θα πρέπει πρώτα να μετακινηθεί το αεροδρόμιο από το Καστέλι στη Νέα Αλικαρνασσό για να γίνει η συζήτηση με τον Δήμο του Ηρακλείου για την ανέγερση γηπέδου στην θέση του παλαιού αεροδρομίου, έτσι ώστε η περιοχή που βρίσκεται τώρα το «Γεντί Κουλέ» να γίνει χώρος πρασίνου.
Μετά απ’ όλα αυτά που καταγράψαμε είναι νομίζω αρκετά δύσκολο να μην βλέπει κανείς με συμπάθεια την προσπάθεια που καταβάλλουν στην Κρήτη για να δημιουργήσουν ένα ποδοσφαιρικό οργανισμό που λειτουργεί στα πρότυπα του εξωτερικού. Υπάρχουν άνθρωποι με μεράκι, που αγαπούν πολύ την ομάδα και δουλεύουν ολημερίς για να πετύχει αυτό το εγχείρημα. Τα πρώτα του δείγματα είναι άκρως ενθαρρυντικά και οι υποσχέσεις που αφήνουν για το μέλλον πολλές. Μακάρι κι άλλες ομάδες να μπορούσαν να ακολουθήσουν τέτοια πρότζεκτ για να ομορφύνουν ακόμα περισσότερο το ποδόσφαιρό μας, όμως η «μαγιά» των ανθρώπων που έχουν βρεθεί στην Κρήτη είναι εξαιρετική