Έως το 2008 ήταν ο δεύτερος σκόρερ στην ιστορία της Μπόκα Τζούνιορς, αγωνίστηκε στο πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο με την Αργεντινή και σε 16 χρόνια καριέρας άφησε το στίγμα του στο αργεντίνικο ποδόσφαιρο. Ο Φρανσίσκο Βαράγιο είναι ένας… άγνωστος «Θεός» της Λα Πλάτα.
Μπόκα Τζούνιορς, ποδοσφαιριστής… θρύλος και πολλά γκολ!
Άραγε, στο άκουσμα του παραπάνω συνδυασμού, ποιος ποδοσφαιριστής θα μπορούσε να έρθει πρώτος σαν σκέψη στο μυαλό του καθενός;
Για τους πιο παλιούς, σίγουρα ο Ντιέγκο Μαραντόνα, για τα παιδιά των 90s αναμφισβήτητα ο Μάρτιν Παλέρμο και για τους νεότερους πιθανότατα ο Κάρλος Τέβεζ.
Ωστόσο, ρίχνοντας μια ματιά στην ιστορία της ομάδας από την Αργεντινή, το μάτι «πέφτει» σε ένα όνομα που δεν είναι και τόσο ακουστό, αλλά μέσα του θα έλεγε κανείς πως «κρύβει»… τόνους ιστορίας.
Το όνομα αυτό είναι, Φρανσίσκο Βαράγιο!

Ο συγκεκριμένος Αργεντίνος ποδοσφαιριστής, από το 1931 έως το 1939 «μεσουρανούσε» με την… χρυσομπλέ φανέλα και στα οχτώ αυτά χρόνια άφησε την δική του υπογραφή στην ιστορία της ομάδας αλλά και σε όλο το αργεντίνικο ποδόσφαιρο.
Όμως, ποιος είναι αυτός ο Φρανσίσκο Βαράγιο; Μάλλον, ήρθε η ώρα της… ιστορίας και γι’ αυτό ας γνωρίσουμε τον «Πάντσο» ή αλλιώς «El Canoncito» του αργεντίνικου ποδοσφαίρου.
Πριν αρχίσουμε, ανοίξτε σε μια καρτέλα το παρακάτω κείμενο και ρίξτε μια ματιά: Visit Rwanda: Η αμφιλεγόμενη χορηγία στο μανίκι της Άρσεναλ
Τα πρώτα ποδοσφαιρικά «βήματα» και η… αναγκαστική πώληση στην Χιμνάσια Λα Πλάτα
Ο Φρανσίσκο Αντόνιο Βαράγιο, όπως ήταν το πλήρες όνομα του, γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου του 1910 σε μια φτωχογειτονιά της επαρχίας της Λα Πλάτα, την Λος Όρνος.
Εκεί, σαν γνήσιος Αργεντινός άρχισε σιγά – σιγά να «ερωτεύεται» το αγαπημένο άθλημα της χώρας και όντας παιδί ποδοσφαιρικής οικογένειας, η μοίρα του έμοιαζε ήδη καθορισμένη.
Σε ηλικία μόλις 10 ετών, άρχισε να κλωτσάει το τόπι στην ομάδα της περιοχής ονόματι, Φέρο Καρίλ Σουντ και φτάνοντας στα 14 ενσωματώθηκε στην ομάδα «12η Οκτωβρίου», στην οποία αγωνίζονταν τότε ο πατέρας του, Πέδρο Βαράγιο και οι θείοι του.
Τα πρώτα του ποδοσφαιρικά «βήματα» στην εν λόγω ομάδα, τα πραγματοποίησε όντας κεντρικός αμυντικός, αλλά ξεχωρίζοντας με την δύναμη του και την ικανότητα του να σκοράρει «μεταμορφώθηκε» σε μεσοεπιθετικός και ύστερα σε σέντερ φορ.
Τότε λοιπόν, ήταν όταν «ξεκλείδωσε» και το ταλέντο του, το οποίο δεν μπορούσε όμως να παραμείνει στα «μικρά» γήπεδα της Λα Πλάτα και σε ηλικία μόλις 17 ετών άρχισε να «κυνηγάει» το όνειρο του.
Έτσι, το 1927 βρέθηκε για δοκιμή στην «μεγάλη» Εστουδιάντες, με την οποία αγωνίστηκε τρεις φορές σε δοκιμαστικά φιλικά και πέτυχε 13 (!) γκολ, ωστόσο λόγω του ότι η ηγεσία της «12ης Οκτωβρίου» ήταν οπαδοί της Χιμνάσια Λα Πλάτα η πώληση του δεν πραγματοποιήθηκε.
Όμως, έναν χρόνο αργότερα, το όνειρο του πιτσιρικά από την Λος Όρνος έγινε πραγματικότητα!
Πιο συγκεκριμένα, το 1928 ο Φρανσίσκο Βαράγιο κατέληξε για δοκιμαστικό στην Χιμνάσια Λα Πλάτα και αγωνιζόμενος μόλις μια φορά, κέρδισε την μεταγραφή του στην ομάδα της πόλης.

Μια μεταγραφή, η οποία κόστισε στην «Ελ Λόμπο» 500 πέσος και μια… υπόσχεση στην «12η Οκτωβρίου», ότι θα φτιάξει ένα κομμάτι του γηπέδου της.
«Δεν θα με άφηναν να αγωνιστώ σε μια αντίπαλη ομάδα, έτσι αναγκάστηκα να πάω για δοκιμαστικό στην Χιμνάσια. Τότε, με έβαλαν στην τρίτη ομάδα και κερδίσαμε το πρώτο μας παιχνίδι με τελικό σκορ 9-1, όπου εγώ σκόραρα και τα εννέα γκολ. Την επόμενη κιόλας εβδομάδα βρέθηκα να παίζω με τους «μεγάλους»!», είχε δηλώσει παλαιότερα σε συνέντευξη του ο Φρανσίσκο Βαράγιο.
Και κάπως έτσι, όλα άρχισαν!
Η πορεία μέχρι το Μπουένος Άιρες και ο… αλυσμώνυτος τελικός του πρώτου Παγκοσμίου Κυπέλλου
Όντας πλέον κάτοικος της… μπλε πλευράς της Λα Πλάτα, ο Φρανσίσκο Βαράγιο αγωνίστηκε με την φανέλα της «Ελ Λόμπο» από το 1928 έως το 1930, όπου και πραγματοποίησε 74 συμμετοχές, πέτυχε 36 γκολ και κατέκτησε το 1929 το πρώτο και το τελευταίο πρωτάθλημα στην ιστορία του συλλόγου μέχρι και σήμερα.
Ωστόσο, το καλοκαίρι του 1930, ο νεαρός από την φτωχογειτονιά Λος Όρνος θα ζούσε το… όνειρο του, εφόσον έχοντας ήδη εντυπωσιάσει με το ταλέντο του συμπεριλήφθηκε στην αποστολή της εθνικής Αργεντινής για το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο, με την ιστορία ωστόσο να μην επιφυλάσσει το καλύτερο τέλος!
Στην τότε διοργάνωση, η «αλμπισελέστε» έφτασε έως τον τελικό με την «οικοδέσποινα» Ουρουγουάη, όπου και ηττήθηκε με 4-2.
Ο Φρανσίσκο Βαράγιο, αν και αγωνίστηκε από την αρχή του αγώνα, στα τελευταία 15 λεπτά δεν άντεξε τους πόνους από έναν τραυματισμό του και αποχώρησε από τον αγωνιστικό χώρο αφήνοντας την εθνική του ομάδα με παίκτη λιγότερο.

«Να ξέρατε πόσο έκλαψα εκείνη τη μέρα! Ακόμα και τώρα που θυμάμαι τα γεγονότα εκνευρίζομαι. Ακόμα αναρωτιέμαι πως αφήσαμε να μας ξεφύγει το ματς. Είμαι σίγουρος πως εάν έμενα στον αγώνα θα είχαμε νικήσει. Είχαν μεγαλύτερο πάθος και το άξιζαν. Ήταν σπουδαίο, ναι! Το πανηγύρισαν, αλλά ελπίζω να μην περιμένουν να το δω στην τηλεόραση“, ήταν τα λόγια του για εκείνον τον τελικό.
Όμως, επιστρέφοντας στην Αργεντινή, ο «Πάντσο», όπως ήταν πλέον το ψευδώνυμο του, συνέχισε να «γράφει» τον δικό του «θρύλο».
Μετά το τέλος του Παγκοσμίου Κυπέλλου, δόθηκε δανεικός για έναν χρόνο από την Χιμνάσια Λα Πλάτα στην Βελέζ Σάρσφιλντ, με την οποία έλαβε μέρος στην περιοδεία της ομάδας σε χώρες της Λατινικής Αμερικής και στις ΗΠΑ, όπου σε 25 αναμετρήσεις σκόραρε 20 φορές.
Ακολούθησαν αρκετές προτάσεις από ομάδες, εκ των οποίων μια ήταν από την Ευρώπη και την Τζένοα, αλλά το 1931 η Μπόκα Τζούνιορς ήταν αυτή που κέρδισε την… υπογραφή του «Θεού» της Λα Πλάτα, ο οποίος και μετακόμισε εκείνη την χρονιά στην… χρυσομπλέ πλευρά του Μπουένος Άιρες.
Το κόστος της μεταγραφής; Οχτώ χιλιάδες πέσος, απαλλαγή από τις στρατιωτικές υποχρεώσεις και ένα επαγγελματικό συμβόλαιο, σε έναν παίκτη ο οποίο λίγα χρόνια αργότερα θα αποτελούσε έναν… θρύλο της ομάδας.
Επίσης, αξίζει να διαβάσετε και αυτό: Άντονι: Ποια εκ των Άγιαξ και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ βγήκε κερδισμένη από το «χρυσό» deal;
Οχτώ χρόνια ένδοξης ιστορίας και ένα… άδοξο τέλος!
Στην Μπόκα Τζούνιορς, ο «Θεός» της Λα Πλάτα αγωνίστηκε συνολικά οχτώ χρόνια, από το 1931 έως το 1939, όπου και κατέκτησε τρία πρωταθλήματα Αργεντινής (1931, 1934, 1935), έναν τίτλο του πρώτου σκόρερ στο πρωτάθλημα (1933) και ένα… ρεκόρ το οποίο κράτησε έως το 2008, όταν και το «έσπασε» ο Μάρτιν Παλέρμο.

Το ρεκόρ αυτό ήταν του δεύτερου κορυφαίου σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου του Μπουένος Άιρες, μετά τον Ρομπέρτο Τσέρο, πετυχαίνοντας 194 γκολ σε 222 αναμετρήσεις.
«Ναι, είμαι λίγο ενοχλημένος που με πέρασε! Γνωρίζετε πολλούς σκόρερ που να τους αρέσει τα ρεκόρ τους να καταρρίπτονται; Είμαι χαρούμενος που ο Παλέρμο σκοράρει, επειδή είναι σπουδαίο παιδί, αλλά δεν μπορώ να πω ότι απολαμβάνω ότι πήρε το ρεκόρ μου!», ήταν τα λόγια του Φρανσίσκο Βαράγιο για την κατάρριψη του ρεκόρ του.
Όμως, το 1940 και σε ηλικία 30 ετών, ο «El Canoncito», ταλαιπωρημένος από τους τραυματισμούς του δεν μπορούσε να συνεχίσει άλλο με αποτέλεσμα να βάλει τέλος στην ποδοσφαιρική του καριέρα, ανακοινώντας πρόωρα θα έλεγε κανείς την απόσυρση του.
Μετά το τέλος της καριέρας του, ο «θρύλος» πλέον της Μπόκα Τζούνιορς αλλά και όλου του αργεντίνικου ποδοσφαίρου, ασχολήθηκε ελάχιστα με την προπονητική, όντας στις «μικρές» ομάδες της Μπόκα, ενώ το 1957 έως το 1959 ανέλαβε χρέη τεχνικού διευθυντή στην Χιμνάσια Λα Πλάτα, προτού απομακρυνθεί τελείως από το ποδόσφαιρο.
Ο Φρανσίσκο Βαράγιο έζησε έως την ηλικία των 100 ετών, όντας μάλιστα ο τελευταίος επιζών από εκείνη την ομάδα της Αργεντινής που αγωνίστηκε στον τελικό του πρώτου Παγκοσμίου Κυπέλλου και στις 30 Αυγούστου του 2010 απεβίωσε στην γενέτειρα του, την Λα Πλάτα.

Όπως και να έχει όμως και με βάση όλα τα παραπάνω, ο Φρανσίσκο Βαράγιο, ή αλλιώς «Πάντσο», ή αλλιώς «El Canoncito» άφησε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του, όχι μόνο στην ιστορία της Μπόκα Τζούνιορς αλλά και στην ιστορία του αργεντίνικου ποδοσφαίρου και πλέον, όταν ακούει κανείς «Μπόκα Τζούνιορς, ποδοσφαιριστής… θρύλος και πολλά γκολ» ίσως το όνομα του να «έρχεται» αμέσως στο μυαλό του καθενός.
Πηγές: en.wikipedia.org, historyofsoccer.info, es.wikipedia.org, clarin.com